Site icon Μυρμιδόνες – Νέα του Δήμου Δομοκού

Άρθρο του Στέλιου Πέτσα στο Liberal: Μείωση αφορολογήτου και συντάξεων προ των πυλών

Του Στέλιου Πέτσα*

Η κυβέρνηση Τσίπρα, πιστή στην παράδοσή της, καθυστέρησε να κλείσει και τη β’ αξιολόγηση. Αξιολόγηση που έπρεπε να είχε κλείσει εδώ και ένα χρόνο.

Πλέον η μοίρα της αξιολόγησης αλλά και της εκταμίευσης των υπόλοιπων δόσεων της χρηματοδότησης του 3ου Μνημονίου, δεν είναι μόνο στα χέρια της ελληνικής πλευράς. Εξαρτάται από τον εκλογικό κύκλο σε πολλά κράτη-μέλη της ευρωζώνης, αλλά και από τις νέες ισορροπίες στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (Δ.Ν.Τ.).

Και όπως πάντα, οι επιπλοκές και οι καθυστερήσεις αυξάνουν το λογαριασμό για τους πολίτες. Λογαριασμός που σε αυτή τη φάση θα αφορά τη μείωση του «αφορολογήτου» ορίου στα επίπεδα των 5.000-6.000 ευρώ και την περικοπή ή/και την κατάργηση της προσωπικής διαφοράς στις συντάξεις.

Αυτό, βραχυπρόθεσμα, είναι και το σημαντικότερο συμπέρασμα από τη χθεσινή απόφαση του Εκτελεστικού Συμβουλίου του Δ.Ν.Τ. Σε ένα συμπέρασμα που ομονοούν Ευρωπαίοι και μη. Που κατά τα άλλα έχουν σημαντικές διαφορές. Ορισμένα από τα Ευρωπαϊκά κράτη-μέλη επιμένουν για την ανάγκη επίτευξης του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου για πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ για πολλά χρόνια, όπως έχει συμφωνηθεί στο πλαίσιο του τρέχοντος 3ου Μνημονίου με την ΕΕ, την ΕΚΤ και τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM). Τα στελέχη του Δ.Ν.Τ. και λοιπά κράτη-μέλη θεωρούν ότι ο μεσοπρόθεσμος δημοσιονομικός στόχος πρέπει να είναι περισσότερο ρεαλιστικός και να τεθεί στο 1,5% του ΑΕΠ.

Παρά αυτή τη θεμελιώδη διαφορά τους, όμως, συμφωνούν ότι ανεξάρτητα από το αν ο μεσοπρόθεσμος δημοσιονομικός στόχος θα είναι 1,5% ή 3,5% του ΑΕΠ είναι απαραίτητη η μείωση του αφορολογήτου ορίου και η μείωση των δαπανών για συντάξεις. Γιατί πιστεύουν ότι έτσι μπορεί να διευρυνθεί η φορολογική βάση και να μειωθούν οι δαπάνες, ώστε να δημιουργηθεί δημοσιονομικό περιθώριο (fiscal space) για ενίσχυση των δαπανών κοινωνικής προστασίας υπέρ των πλέον ευάλωτων και για μείωση των φορολογικών συντελεστών. Επιπλέον, το Δ.Ν.Τ. ισχυρίζεται ότι η προσαρμογή τα προηγούμενα χρόνια επιβάρυνε δυσανάλογα τους μισθωτούς, τους νέους και τους ανέργους και λιγότερο τους συνταξιούχους.

Και γιατί ζητούνται αυτά τα μέτρα;

Γιατί, όπως διαπιστώνει το Δ.Ν.Τ., επί κυβερνήσεων ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ η βιωσιμότητα του χρέους επιδεινώθηκε δραματικά, η πορεία των μεταρρυθμίσεων επιβραδύνθηκε, καθώς και ότι ο αποδεκτός από την Κυβέρνηση Τσίπρα δημοσιονομικός στόχος για πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ για πολλά χρόνια, είναι ανέφικτος. Στο πλαίσιο αυτό, αναδεικνύει πέντε σημεία:

1ον. Το κυβερνητικό μείγμα πολιτικής με την εξοντωτική αύξηση φόρων και ασφαλιστικών εισφορών επί πολύ περιορισμένης φορολογικής βάσης δεν είναι βιώσιμο. Έτσι, το ΔΝΤ προβλέπει ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα διαμορφωθεί στο 1,0% του ΑΕΠ το 2017 και στο 1,5% του ΑΕΠ το 2018, δηλαδή 2% του ΑΕΠ ή 3,5 δις ευρώ περίπου κάτω από το στόχο.

2ον. Η βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους επιδεινώθηκε δραματικά την τελευταία διετία. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Δ.Ν.Τ. θα φτάσει, υπερηφάνως και αξιοπρεπώς, στο 275% του ΑΕΠ το 2060. Υπενθυμίζεται ότι το 2014 η εκτίμηση του Δ.Ν.Τ. ήταν ότι το δημόσιο χρέος θα έπεφτε στο 60% περίπου μέχρι το 2060 (βλέπε Διάγραμμα, 5th Review EFF).

3ον. Η μείωση των φόρων και η αντιμετώπιση του ιδιωτικού χρέους αποτελούν προϋποθέσεις για ισχυρή και βιώσιμη ανάπτυξη. Το Δ.Ν.Τ. εκτιμά ότι το χρέος νοικοκυριών και επιχειρήσεων σε φόρους και ασφαλιστικές εισφορές ανέρχεται στο 70% του ΑΕΠ περίπου. Και η κυβέρνηση αντί να μειώσει, αυξάνει τους φόρους και τις εισφορές!

4ον. Η αποκατάσταση της ρευστότητας δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί αν δεν αντιμετωπιστεί γρήγορα το ζήτημα των κόκκινων δανείων. Κόκκινα δάνεια που αφενός αποτρέπουν το τραπεζικό σύστημα να σταθεί στέρεα στα πόδια του και να παρέχει ρευστότητα σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις και αφετέρου καθυστερούν την εξυγίανση των ισολογισμών των επιχειρήσεων συντηρώντας την καχεξία στην οικονομία και παγώνοντας επενδυτικά σχέδια.

5ον. Η πτώση των τιμών και η ενίσχυση του ανταγωνισμού απαιτεί μεταρρυθμίσεις στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών. Η προώθηση των μεταρρυθμίσεων δεν είναι το τελευταίο, αλλά το πρώτο που θα έπρεπε να απασχολεί την κυβέρνηση αλλά και όλους τους πολίτες. Μεταρρυθμίσεις που τονώνουν την ανταγωνιστικότητα προϊόντων και υπηρεσιών, ενισχύουν τις εξαγωγές στα εμπορεύσιμα προϊόντα και τελικά προωθούν την εξωστρέφεια της οικονομίας μας.

Όλα αυτά δηλαδή που η κυβέρνηση ούτε θέλει ούτε μπορεί να προωθήσει. Και όσο αυτή παραμένει τίποτα καλύτερο δεν προοιωνίζεται.

Για αυτό, εξαιτίας της κυβέρνησης, το μόνο που τελικά θα μείνει για τους Έλληνες από τη χθεσινή συνεδρίαση του Εκτελεστικού Συμβουλίου του Δ.Ν.Τ. θα είναι η μείωση του αφορολογήτου και των συντάξεων.

*Ο κ. Στέλιος Πέτσας είναι Σύμβουλος Δημοσιονομικής Πολιτικής του Προέδρου της Νέας Δημοκρατίας κ. Κ. Μητσοτάκη.

Exit mobile version